4 troxoi website home 4 troxoi forum

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΣΗΣ, ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ 4ΤΡΟΧΟΙ

Mε Ford Kuga 1.6 EcoBoost AWD - Opel Mokka 1.7 CDTI 4x4 - Nissan Qashqai 1.6 dCi 4x4 στις ε.δ. του ράλλυ Ακρόπολις

Ακολουθούμε τα χνάρια των «θεών» του WRC και βρισκόμαστε στις ειδικές διαδρομές του Ράλλυ Ακρόπολις μαζί με τις τετρακίνητες εκδόσεις των νέων Ford Kuga και Opel Mokka αλλά και με το best-seller της κατηγορίας των SUV, Nissan Qashqai.

ΟΙ ημέρες του Ράλλυ Ακρόπολις είχαν ανέκαθεν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, που μάλιστα για τους λάτρεις του WRC και τους φανατικούς θεατές αγγίζει τα όρια της ιεροτελεστίας. Αναφερόμαστε, φυσικά, σε όλη τη διαδικασία, που ξεκινά ημέρες πριν από τον αγώνα με τη διαμόρφωση του προγράμματος για την παρακολούθησή του και, βέβαια, κορυφώνεται το τριήμερο που οι παγκόσμιοι γεμίζουν τα ελληνικά βουνά με σκόνη, ήχους και εικόνες. Τα... σχέδια δράσης καταστρώνονται με προσεκτική μελέτη των ωραρίων, ξεκινώντας καταρχήν από την επιλογή των ημερών και συνεχίζοντας με το πόσες και ποιες ειδικές διαδρομές θα μπορέσουν να ενταχθούν στο χρονοδιάγραμμα με βάση τις προτιμήσεις και τα δεδομένα του καθενός. Έτσι, οι επιλογές μπορούν να κυμαίνονται από μια επίσκεψη σε κάποια εύκολα προσβάσιμη ειδική για λίγη δράση, στο πλαίσιο μιας χαλαρής εκδρομής, μέχρι ένα σκληροπυρηνικό πρόγραμμα χωρίς διαλείμματα, που θα περιλαμβάνει όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό ειδικών, με εμβόλιμη και την επίσκεψη στο service park, εκεί που χτυπά ο παλμός του Ράλλυ.
Πάντως, αναπόσπαστο στοιχείο του «πότε» και του «πού» είναι και το «πώς», αφού το αυτοκίνητο της... εξόρμησης καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τις επιλογές σε σχέση με τις προσβάσεις και την ευκολία προσέγγισής τους. Ό,τι καλύτερο για την περίπτωση τα κάθε είδους SUV, που βάζουν στην εξίσωση και το χωματόδρομο, ανεξαρτήτως ποιότητας και βαθμού δυσκολίας, με ιδανικό συμπλήρωμα την παρουσία και της τετρακίνησης ως δικλίδας ασφαλείας, για το ενδεχόμενο που η διαδρομή αποκτήσει και στοιχεία περιπέτειας σε κάποια από τις πιο σκληρές προσβάσεις, που πολλές φορές οδηγούν και στα πιο ενδιαφέροντα σημεία. Με ακροπολική διάθεση, λοιπόν, και το μυαλό ταξιδεύει σε βουνό και ειδικές διαδρομές, οπότε επιστρατεύουμε τους δύο πιο φρέσκους Ευρωπαίους εκπροσώπους της κατηγορίας, Ford Kuga και Opel Mokka, στις τετρακίνητες εκδόσεις τους σε βενζίνη και πετρέλαιο, αντίστοιχα, αλλά και την εμπροσθοφυλακή της ιαπωνικής σχολής, Nissan Qashqai, στην πετρελαιοκίνητη έκδοση. Προορισμός μας η Πελοπόννησος και η ευρύτερη περιοχή των Τρικάλων Κορινθίας, όπου φιλοξενούνται και δύο από τις πιο πλούσιες σε θέαμα αλλά και οδηγικές προκλήσεις ειδικές διαδρομές, Κεφαλάρι και Ζήρια.

Στο πνεύμα των καιρών
Η εξέλιξη αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι κάθε ζωντανής ύπαρξης και δημιουργίας. Παρομοίως και το Ακρόπολις, που στο πέρασμα των χρόνων έχει αλλάξει και έχει εξελιχθεί στο πλαίσιο της ευρύτερης αναδιαμόρφωσης όλου του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλλυ, χωρίς όμως να χάσει το πιο σημαντικό γνώρισμά του, που δεν είναι άλλο από το χαρακτήρα του. Μπορεί σήμερα να μην υπάρχει το στοιχείο της μαραθώνιας περιπέτειας των 3.000 και πλέον χιλιομέτρων του παρελθόντος, ωστόσο ο ελληνικός αγώνας του WRC παραμένει ένας από τους πιο σκληρούς, απαιτητικούς και προκλητικούς του Πρωταθλήματος. Η καλύτερη απόδειξη για αυτό έρχεται από τα ίδια τα αποτελέσματα και τις δραματικές ανακατατάξεις που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια.
Στη φετινή, 59η εκδοχή του, η καρδιά του Ακρόπολις χτύπησε και πάλι στο Λουτράκι, που τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί σε ιδανικό επίκεντρο Ράλλυ. Η διαφορά σε σχέση με πέρυσι έχει να κάνει με το σχεδιασμό και την απόφαση τα πληρώματα να μην απομακρυνθούν πολύ από το κέντρο του αγώνα, με στόχο να συγκρατηθεί χαμηλά και το κόστος, ώστε το Ακρόπολις να συντονιστεί με τις οικονομικές ανάγκες και τα δεδομένα της εποχής μας. Αυτό, ωστόσο, σε καμία περίπτωση δε σήμαινε και περικοπές στην ποιότητα, καθώς ο σχεδιασμός περιλάμβανε μερικές από τις καλύτερες ειδικές διαδρομές που προσφέρει η Πελοπόννησος και, φυσικά, η ευρύτερη περιοχή γύρω από το Λουτράκι. Το Κεφαλάρι και η Ζήρια, που θα αποτελέσουν το επίκεντρο της δικής μας εξόρμησης, είναι και οι περισσότερο απομακρυσμένες από το κέντρο της διοργάνωσης, όμως σίγουρα ανταμείβουν με το παραπάνω τον επισκέπτη, που, εκτός από δύο εξαιρετικές σε κάθε επίπεδο ειδικές διαδρομές, έχει την ευκαιρία να εξερευνήσει και να απολαύσει την ομορφιά όλης της ευρύτερης περιοχής των ¶νω Τρικάλων.
Στο πρώτο κομμάτι της διαδρομής μας, αυτό δηλαδή μέχρι να προσεγγίσουμε το Κιάτο, σκεφτόμαστε με τη σειρά μας πως μια ανάλογη εξελικτική πορεία με αυτήν του Ακρόπολις έχει και η κατηγορία των αυτοκινήτων που έχουμε μαζί μας. ¶λλοτε θα μας κάλυπτε ο χαρακτηρισμός «SUV», όμως σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά από τότε που το πρώτο RAV4 έβαλε τα θεμέλια αυτής της τόσο διαφορετικής κατηγορίας. Η ωρίμανση της φιλοσοφίας της κατηγορίας και η στόχευση στις πιο ειδικές ανάγκες του κοινού που στρέφεται σε αυτήν οδήγησαν στη διεύρυνσή της αλλά και στο να δημιουργηθούν νέα «παρακλάδια» της. Έτσι, στην πορεία προέκυψαν τα crossover, ως μια πιο «light» εκδοχή, για όσους αναζητούσαν το αυξημένο ύψος από το έδαφος, χωρίς όμως να έχουν εκτός δρόμου βλέψεις. Την ίδια στιγμή, το στιλ των αμαξωμάτων ξέφυγε από τα στενά τζιποειδή πρότυπα και δανείστηκε στοιχεία και άλλων κατηγοριών, όπως των στέισον βάγκον και των MPV, ενώ ακόμα και η τετρακίνηση έπαψε να συγκαταλέγεται στα στάνταρντ δεδομένα, τουλάχιστον σε επίπεδο βασικών εκδόσεων.
Κάπως έτσι φθάνουμε στο σήμερα, οπότε η έννοια του SUV ανταποκρίνεται σε ένα ευρύ φάσμα προτάσεων, με τα διάφορα επιμέρους χαρακτηριστικά να προσδίδουν και τον προσανατολισμό της καθεμίας. Κοινό σημείο συνάντησης, πάντως, αποτελεί η αναβάθμιση που έχει συντελεστεί σε σχέση με τα εν γένει ποιοτικά χαρακτηριστικά κύλισης. Στον αυτοκινητόδρομο, ακόμα και με ταχύτητες πάνω από το μέσο όρο, η αίσθηση βρίσκεται σε πλήρη αντιστοιχία με αυτήν ενός αμιγώς επιβατικού, χωρίς επιπλέον αεροδυναμικούς θορύβους ή κάποια υποχρέωση σε συμβιβασμό, σε επίπεδο δυναμικών χαρακτηριστικών, ή μείωση της ευθυβολίας από το αυξημένο ύψος από το οδόστρωμα.
Το ρόλο της, πάντως, δε θα μπορούσε να μην παίξει η ηλικία, που συνδέεται άμεσα με την εξέλιξη, οπότε τα νεότερα Kuga και Mokka κερδίζουν κάποιους επιπλέον πόντους σε ό,τι αφορά την εργονομία και, πιο ειδικά, την περισσότερο χαμηλή θέση οδήγησης, που σε κάνει να νιώθεις πιο πολύ «μέσα» στο αυτοκίνητο σε σχέση με το Qashqai. Την ίδια στιγμή αποδεικνύονται πιο αποτελεσματικά σε επίπεδο ηχομόνωσης, προσφέροντας ένα πιο ήσυχο περιβάλλον σε συνθήκες ταξιδιού. Ωστόσο, τα πράγματα δείχνουν να συγκλίνουν σε ό,τι αφορά το επίπεδο της προσφερόμενης άνεσης, με τις ρυθμίσεις των αναρτήσεων και στις τρεις περιπτώσεις να αποδεικνύονται εύστοχες στο «διάβασμα» του δρόμου, χωρίς όμως να επιτρέπουν τη μεταφορά δονήσεων και κραδασμών στους επιβάτες ή, αντίθετα, να χάνουν σε ακρίβεια ελέγχου των τάσεων του αμαξώματος και των δυναμικών χαρακτηριστικών.
Βέβαια, σε αυτό το κομμάτι το νέο Kuga βρίσκεται απλώς ένα βήμα εμπρός από τους ανταγωνιστές, συνδυάζοντας τα παραπάνω και με μια εξαιρετικά ποιοτική κύλιση, η οποία, σε αναλογία με την πληθωρικότητα των διαστάσεων, θυμίζει μεγαλύτερη κατηγορία. Ανάλογη είναι και η εικόνα των διαθέσιμων χώρων, τομέας που αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, με δεδομένη την πολυχρηστικότητα του χαρακτήρα που συνοδεύει τις προτάσεις της κατηγορίας. Το Kuga σε αυτόν τον τομέα απλώς οδηγεί την κορυφή, προσφέροντας τους πιο γενναιόδωρους χώρους για επιβάτες και αποσκευές, με το Qashqai να ακολουθεί από κοντά, όντας μέχρι και σήμερα μία από τις πιο εύστοχες χωροταξικά προτάσεις της κατηγορίας. Από την άλλη, το σαφώς πιο συμπαγές Mokka βρίσκεται πιο κοντά στα δεδομένα των μικρομεσαίων χάτσμπακ, παρά σε αυτά των στέισον βάγκον, όπως είναι οι δύο αντίπαλοί του.

Το είναι και το φαίνεσθαι
Σε μια εξόρμηση με κύριο συστατικό τη δράση, η επαφή με τον αυτοκινητόδρομο μπορεί να θεωρηθεί ως το αναγκαίο κακό, οπότε στη δική μας διαδρομή η πραγματική ουσία ξεκινά από τη στιγμή που στο ύψος του Κιάτου αφήνουμε πίσω μας την ΕΟ Κορίνθου-Πατρών και ξεκινάμε την ανάβαση προς την ορεινή Κορινθία. Πρόκειται για μία από τις «δικές μας», αγαπημένες ειδικές διαδρομές, καθώς συνδυάζει τη φυσική ομορφιά με μια άκρως ενδιαφέρουσα οδηγικά χάραξη, έχοντας ως σταθερές παραμέτρους το καλό οδόστρωμα και την αρκετά περιορισμένη κίνηση. Στα παραπάνω προστίθεται σαφέστατα το πλεονέκτημα της μεγάλης ποικιλίας επιλογών σε σχέση με τον προορισμό, καθώς, περνώντας από τους Καλιάνους και τη Στυμφαλία, μπορείς να επιλέξεις να κυκλώσεις από τον Φενεό, να καταλήξεις στη λίμνη Δόξα ή ακόμα και να φθάσεις μέσα από τη φιδίσια ορεινή διαδρομή στα Καλάβρυτα. Τα πάντα είναι στο χέρι σου και, πιθανότατα, εάν μαζί μας είχαμε κατασκευές με σπορ φιλοσοφία, η επιλογή μας θα ήταν ο πιο μακρινός ασφάλτινος προορισμός, όμως αυτήν τη φορά η διαδρομή μας θα έχει... απ’ όλα, ακολουθώντας αυτήν των «θεών» του WRC.
Αυτό, ωστόσο, δε σημαίνει πως χάνουμε τα καλά ασφάλτινα κομμάτια, όπως τα «πατημένα» από το Καίσαρι προς τους Καλιάνους (με τις εξαιρετικές ταβέρνες και το καλό φαγητό που προκαλούν για μια στάση), προκειμένου να συναντήσουμε την εκκίνηση για το Κεφαλάρι ή, στη συνέχεια, το κάθετο ανέβασμα από τη Στυμφαλία στη γραφική Καστανιά και από εκεί την κάθοδο με τα γρήγορα διαδοχικά «s» προς τον Φενεό για την εκκίνηση της Ζήριας. Αυτά τα τμήματα της διαδρομής μάς δίνουν και την ευκαιρία να συμπληρώσουμε το παζλ της εικόνας των τριών SUV στην άσφαλτο, η οποία αναμφίβολα, παρά το διττό χαρακτήρα της κατηγορίας, αποτελεί το κύριο πεδίο χρήσης.
Πέρα από το κοινό στοιχείο της τετρακίνησης, η κάθε κατασκευή προβάλλει τα ιδιαίτερα στοιχεία του χαρακτήρα της. Το Kuga έχει δημιουργήσει μια ισχυρή κληρονομιά στον τομέα των οδηγικών χαρακτηριστικών και, όπως όλα δείχνουν, η νέα γενιά κινείται στην ίδια κατεύθυνση, κάτω από το πρίσμα της συνολικά αναθεωρημένης φιλοσοφίας του νέου μοντέλου. Η αναβαθμισμένη ποιότητα κύλισης δείχνει τον προσανατολισμό προς έναν πιο πολιτισμένο, οικογενειακό χαρακτήρα, κάτι που επιβεβαιώνεται και από την εν γένει εικόνα των δυναμικών χαρακτηριστικών του. Δείχνει λιγότερο σπορτίφ από τον προκάτοχό του, ως αποτέλεσμα των πιο μαλακών ρυθμίσεων της ανάρτησης, που πλέον καταπίνει τις όποιες ανωμαλίες με έναν ιδιαίτερα ραφιναρισμένο τρόπο, χωρίς όμως να αφήνει ερωτηματικά σε σχέση με την αμεσότητα και την ακρίβεια ελέγχου του μεγάλου σε όγκο αμαξώματος. Κάτι που επιβεβαιώνεται στις γρήγορες καμπές, όπου, αν βάλεις στην άκρη τον ψυχολογικό παράγοντα των ελαφρώς αυξημένων κλίσεων, η αποτελεσματικότητα και η σαφήνεια δε διαφέρουν σημαντικά από αυτήν ενός Focus. Το δικό του ρόλο σε αυτό παίζει, άλλωστε, και το πολύ καλό για αυτοκίνητο της κατηγορίας τιμόνι, που συνδυάζει την ακρίβεια στην επιλογή της τροχιάς με το πολύ καλό ζύγισμα και την εξαιρετική ταχύτητα, και αποδεικνύεται σημαντικός σύμμαχος στα πιο αργά, κλειστά κομμάτια και στις διαδοχικές στροφές.
Από εκεί και πέρα, η άλλη πτυχή του χαρακτήρα του έχει να κάνει με τα νέα δεδομένα κάτω από το καπό, όπου τη θέση του απαγορευτικού σήμερα 2,5άρη 5κύλινδου κινητήρα έχει πάρει ο 1.600άρης EcoBoost, στην πιο ισχυρή έκδοση των 182 ίππων για το τετρακίνητο Kuga. Ωστόσο, το παράδοξο έρχεται από την επιλογή της Ford να εφοδιάσει τη συγκεκριμένη έκδοση αποκλειστικά με αυτόματο κιβώτιο, αφήνοντας εκτός συζήτησης το χειροκίνητο ή αυτό του διπλού συμπλέκτη, που υπάρχουν στην αντίστοιχη πετρελαιοκίνητη 2λιτρη έκδοση. Στην πράξη, το συγκεκριμένο πακέτο κινητήρα-μετάδοσης εξασφαλίζει ικανοποιητικές επιδόσεις, χωρίς όμως να ενθουσιάζει. Ο EcoBoost μάς είναι ήδη γνωστός για την ευστροφία και τη γραμμικότητά του και πείθει με την απόδοσή του, καθώς καταφέρνει να κινήσει σβέλτα ακόμα και το 1.600+ κιλών Kuga. Αυτό, όμως, συνεπάγεται και τη λειτουργία του σε πιο υψηλούς ρυθμούς, τη στιγμή που το παλαιότερης φιλοσοφίας κιβώτιο με την απλώς ικανοποιητική απόκριση, εκτός από το μικρό και δύσχρηστο διακόπτη επιλογής σχέσεων επάνω στον επιλογέα, ουσιαστικά απαγορεύει την αποκλειστικά χειροκίνητη χρήση. Βλέπετε, ακόμα και στη χειροκίνητη λειτουργία, το kickdown δεν έρχεται όταν ο οδηγός εξαντλήσει τη διαδρομή του γκαζιού, όπως συνηθίζεται, αλλά, αντίθετα, το «κατέβασμα» προκύπτει σε κάθε περίπτωση που υπάρχει απότομο πάτημα του γκαζιού ακόμα και στη μισή διαδρομή. Έτσι, με τη λειτουργία πρακτικά πάντα αυτόματη, αφενός δε θα προκαλέσει τον οδηγό, και αφετέρου το στροφόμετρο θα φλερτάρει συχνά με την περιοχή των πιο υψηλών στροφών και, αντίστοιχα, η κατανάλωση με διψήφια νούμερα.
Από τη μεριά του, το Mokka σχεδόν σε πείθει, με τη συμπαγή και μυώδη εικόνα του, με τους χαμηλούς προφυλακτήρες και το μικρότερο ύψος από το έδαφος, για μια πιο ασφάλτινη διάθεση. Σε ήρεμο μάλιστα ρυθμό δείχνει περισσότερο σφιχτό, χωρίς αυτό το ποιοτικό φιλτράρισμα των ανωμαλιών που προσφέρει το Kuga. Όσο, όμως, ο ρυθμός ανεβαίνει και η πίεση αυξάνεται, οι ρυθμίσεις δε δείχνουν να συνάδουν με έναν περισσότερο ασφάλτινο χαρακτήρα. Οι κλίσεις είναι και εδώ αυξημένες, χωρίς ωστόσο αυτό να επηρεάζει την ομοιογένεια και την προοδευτικότητα των αντιδράσεων, ενώ, παρά την πολύ υψηλή πρόσφυση από τους 18άρηδες τροχούς με τα καθαρά ασφάλτινα ελαστικά, η ακρίβεια και η οξύτητα της απόκρισης δε θα ενθουσιάσουν, ώστε να προκαλέσουν για κάτι παραπάνω. Μάλιστα, το τιμόνι, παρά την εξαιρετική όπως και στο Kuga ταχύτητά του, με μόλις 2,6 στροφές από άκρη σε άκρη, έχει μια πιο «τζιποειδή» αίσθηση, όντας ελαφρώς ασαφές γύρω από την ευθεία και με σχετικά τεχνητή μεταφορά πληροφόρησης από το δρόμο.
Από εκεί και πέρα, ο υπό αντικατάσταση 1.7 CDTI πετρελαιοκινητήρας (διαβάστε στο σχετικό άρθρο για τους νέους κινητήρες της Opel) δείχνει ταιριαστός με το υπόλοιπο σύνολο και σε καμία περίπτωση δε θα δημιουργήσει ενστάσεις, είτε για την ισχύ του είτε -ακόμα περισσότερο- για τη ροπή του, που ξεπερνά τα 30 χλγμ. Συνεπώς, τόσο στην πράξη όσο και με τη γλώσσα των αριθμών το Mokka αποδεικνύεται απόλυτα ικανοποιητικό, αρκεί βέβαια ο οδηγός να φροντίζει να κρατά το στροφόμετρο μέσα στην ωφέλιμη περιοχή των μεσαίων στροφών. Βλέπετε, ως μεγαλύτερος ηλικιακά, ο κινητήρας της Opel δεν είναι απαλλαγμένος από τα γνωστά αγκάθια των παλαιότερης τεχνολογίας πετρελαιοκινητήρων. Εκτός, λοιπόν, από την πιο τραχιά και θορυβώδη λειτουργία, παρουσιάζει και μια σχετική υστέρηση στην απόκριση κάτω από τις 2.000 σ.α.λ. Αυτό μπορεί να μην απασχολεί τόσο στο ταξίδι ή στα πατημένα κομμάτια, έρχεται ωστόσο στην επιφάνεια στις πιο κλειστές ανηφορικές διαδρομές. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με την πολύ μακριά κλιμάκωση του κιβωτίου, δεν είναι λίγες οι φορές που σε κλειστές φουρκέτες θα χρειαστεί ακόμα και η επιλογή της 1ης σχέσης, ώστε ο κινητήρας να έχει την απαραίτητη ζωντάνια στην έξοδο.
Επομένως, σε αυτό το κομμάτι ο πιο σύγχρονος και εξελιγμένος 1.6 dCi του Qashqai κερδίζει τις εντυπώσεις, καθώς, εκτός από αντίστοιχα δυνατός και γεμάτος, αποδεικνύεται και περισσότερο εύρωστος και γραμμικός από χαμηλά και σχεδόν μέχρι τον κόφτη, ενώ υποστηρίζεται ιδανικά από το σωστά κλιμακωμένο κιβώτιο με τον εξαιρετικό σε αίσθηση και κούμπωμα επιλογέα, που σε προκαλεί να παίξεις μαζί του. Έτσι, στην πράξη το Qashqai δείχνει πιο ζωντανό από το Mokka, ενώ επί της ουσίας λίγη σημασία έχει πως με το γκάζι στο πάτωμα μένει πιο πίσω από το Kuga, από τη στιγμή που καταφέρνει να παρουσιάσει το πιο ολοκληρωμένο πακέτο επιδόσεων-κατανάλωσης, όντας ταχύ αλλά και οικονομικό, με τη μέση τιμή της τελευταίας να αγγίζει τα 7,1 λίτρα/100 χλμ., όταν η αντίστοιχη τιμή του επίσης πετρελαιοκίνητου Mokka φθάνει τα 8,4 λίτρα/100 χλμ. και αυτή του βενζινοκίνητου Kuga τα 11,8 λίτρα/100 χλμ.
Αναμφίβολα, ο συγκεκριμένος κινητήρας αναβαθμίζει συνολικά την εικόνα, προσθέτοντας ένα ακόμα δυνατό ατού στο ήδη γνωστό ολοκληρωμένο οδηγικό προφίλ του ιαπωνικού μοντέλου. Και σε αυτόν τον τομέα η ηλικία δε φαίνεται να δρα αρνητικά, καθώς το Qashqai στέκεται με αξιώσεις απέναντι στον πιο φρέσκο ανταγωνισμό. Ο οδηγός, εκτός από τον εξαιρετικό επιλογέα, βρίσκει σύμμαχο και στο τιμόνι, που, αν και πιο αργό σε σχέση με των ανταγωνιστών, παρέχει πολύ καλή αίσθηση. Από εκεί και πέρα, παρά τις μεγάλες διαδρομές της ανάρτησης, οι ρυθμίσεις πετυχαίνουν έναν εύστοχο συνδυασμό μεταξύ απόσβεσης και ελέγχου, προσφέροντας ένα ενδιαφέρον οδηγικά ζύγισμα, ακόμα και όταν ο ρυθμός ξεφεύγει από τα δεδομένα της χαλαρής βόλτας. Φυσικά, και εδώ η πίεση συνοδεύεται από αυξημένες κλίσεις του αμαξώματος, χωρίς ωστόσο αυτό να στερεί από τη ζωντάνια της απόκρισης, τη στιγμή που και οι αντιδράσεις στη μεταφορά βάρους παραμένουν προοδευτικές και ακριβείς.

Στον τόπο της δράσης...
Το καλύτερο σημείο της απόδρασής μας έρχεται, φυσικά, τη στιγμή που πατάμε χώμα, και μάλιστα όχι οποιοδήποτε χώμα, αλλά αυτό που φιλοξένησε την αφρόκρεμα του Παγκόσμιου Πρωταθλήματος Ράλλυ. Η φαντασία ανατρέχει στη σύνθεση της εικόνας που κυριαρχεί σε όλα τα μέρη από όπου περνά το Ακρόπολις. Για λίγες ημέρες κυρίαρχα στοιχεία είναι το χρώμα και οι ήχοι των αγωνιστικών, και φυσικά οι χιλιάδες θεατές και φίλοι του μηχανοκίνητου αθλητισμού, που πλημμυρίζουν τα βουνά αναζητώντας το πιο θεαματικό σημείο παρακολούθησης και την καλύτερη φωτογραφική γωνία.
Επιστρέφοντας, όμως, στο σήμερα και στη δική μας διαδρομή, η μορφολογία και το οδηγικό ενδιαφέρον των δύο ειδικών διαδρομών ήταν τα βασικά στοιχεία που μας οδήγησαν στην επιλογή τους. Το Κεφαλάρι των 18,4 χιλιομέτρων είναι από τις ειδικές που σε κερδίζουν με το «καλημέρα». Στην αρχή φαρδύ και με πολύ καλό χώμα, περνά μέσα από ένα τυπικά ορεινό σκηνικό με έλατα μέχρι το οροπέδιο με τις πατημένες καμπές και την απρόσκοπτη θέα, που είναι και ο λόγος για τη συγκέντρωση σε αυτό χιλιάδων θεατών. Στη συνέχεια, φθάνοντας προς το μέσο, η εικόνα αλλάζει, το χώμα γίνεται λίγο πιο σκληρό, χωρίς όμως να φοβίζει, ενώ η διαδρομή στενεύει και γίνεται εξαιρετικά τεχνική, με συνεχείς εναλλαγές κλειστών και μέτριων στροφών.
Η μεγαλύτερη Ζήρια των 21,3 χιλιομέτρων ξεκινά με τη σειρά της αρκετά ανηφορικά, με φαρδιά χάραξη αλλά σχετικά σκληρό οδόστρωμα για τα πρώτα χιλιόμετρα. Αλλάζει πρόσωπο φθάνοντας στη λίμνη Δασίου, στο οροπέδιο της Ζήριας, όπου και γίνεται εξαιρετικά γρήγορη με μεγάλες ευθείες και ανοιχτές καμπές αλλά και καλό χώμα μέχρι και λίγα χιλιόμετρα πριν από το τέλος της, όπου η χάραξη γίνεται πιο τεχνική. Δε μιλάμε, δηλαδή, για τις κλασικές ακροπολικές διαδρομές, αυτές δηλαδή που χάρισαν στον εθνικό μας αγώνα τη φήμη της σκληρής δοκιμασίας. Ό,τι καλύτερο, επομένως, για τον απλό ιδιώτη, που θέλει να... δικαιολογήσει την επιλογή ενός SUV και να απομακρυνθεί από την άσφαλτο. Καμία σχέση με το σκληροπυρηνικό off-road, το οποίο άλλωστε δεν ταιριάζει με τον πραγματικό προσανατολισμό των SUV, ακόμα και των τετρακίνητων, όπως είναι οι τρεις εκπρόσωποι που έχουμε μαζί μας. Είναι δεδομένο, άλλωστε, πως η τετρακίνηση σε αυτήν την κατηγορία έχει περισσότερο το ρόλο ασφαλιστικής δικλίδας για την αντιμετώπιση πιο «light» καταστάσεων, όπως είναι η λίγη λάσπη ή το λίγο χιόνι και κάποιες παγωμένες επιφάνειες σε χειμερινές εξορμήσεις.
Πάντως, αν και σε βατές διαδρομές με καλό χώμα, όπως στη δική μας περίπτωση, δεν προκύπτουν ουσιαστικές διαφορές, θεωρητικά η γνωστή από την εποχή του X-Trail τετρακίνηση της Nissan είναι αυτή με τις περισσότερες δυνατότητες. Βασίζεται σε έναν ηλεκτρονικά ελεγχόμενο κεντρικό συνεκτικό συμπλέκτη, ο οποίος επιτρέπει στον οδηγό την επιλογή ανάμεσα σε αποκλειστικά εμπρός κίνηση, σε αυτόματη λειτουργία, κατά την οποία μέρος της ροπής μεταδίδεται και στους πίσω τροχούς όταν ανιχνευθεί απώλεια πρόσφυσης στον εμπρός άξονα, ή και σε «κλείδωμα» του συμπλέκτη και σταθερή κατανομή της ροπής εμπρός/πίσω σε ποσοστό 57%/43% έως τα 30 χλμ./ώρα. Από τη μεριά τους, τα Kuga και Mokka χρησιμοποιούν επίσης ηλεκτρομαγνητικά ελεγχόμενο συμπλέκτη για τη μεταφορά της ροπής στους πίσω τροχούς, με την όλη διαδικασία να είναι αποκλειστικά αυτοματοποιημένη, χωρίς δυνατότητα επέμβασης του οδηγού, οπότε το μόνο επιπλέον εκτός δρόμου βοήθημα αφορά την ύπαρξη διακόπτη για αυτόματο έλεγχο της ταχύτητας σε έντονες κατωφέρειες.
Στο καλό, πατημένο χώμα των πραγματικών ειδικών διαδρομών, ο «παλιός» δείχνει τα δόντια του, καθώς το Qashqai εκμεταλλεύεται ιδανικά τις μεγάλες διαδρομές της ανάρτησης με τις σωστές ρυθμίσεις, που του επιτρέπουν να μην κοπανά στο πολύ κατσαρό αλλά και να μη «χαζεύει» σε πιο σβέλτο ρυθμό. Πρόκειται για εργαλείο που θα ακολουθήσει τις διαθέσεις σου, ενώ η πιο ανάλαφρη και λιτή αίσθηση θυμίζει σε μεγάλο βαθμό τις καλές πρώτες γενιές του RAV4. Από κοντά ακολουθεί και τo Kuga, βάζοντας τη δική του σφραγίδα σε επίπεδο λειτουργίας της ανάρτησης, η οποία διατηρεί και στο χώμα αυτήν την ποιοτική, συμπαγή αίσθηση, ακόμα και στο πέρασμα από νεροφαγώματα, που σε κάνουν να περιμένεις τον ήχο ενός ανατριχιαστικού χτυπήματος. Μάλιστα, εκπλήσσει ευχάριστα με την ευελιξία και τον τρόπο που κρύβει τον όγκο του στα κλειστά, στενά κομμάτια, οπότε πρακτικά το μόνο που ίσως θα ήθελες διαφορετικό είναι η ακρίβεια ενός χειροκίνητου κιβωτίου στη θέση του δύσχρηστου αυτόματου.
Το Mokka, από την πλευρά του, είναι αυτό που θα σε συγκρατήσει να κινηθείς πιο προσεκτικά, δείχνοντας πως το χώμα, και ειδικά οι πιο σκληρές επιφάνειες, δεν είναι το στοιχείο του. Ο πίσω ημιάκαμπτος άξονας αντιδρά πιο ξερά από τους πολλαπλούς συνδέσμους των αντιπάλων του, και βέβαια το μυαλό δεν μπορεί να αποβάλει την εικόνα του χαμηλότερου ύψους και το ενδεχόμενο της επαφής με κάποιο βαθύτερο νεροφάγωμα ή κάποια μεγάλη φυτευτή πέτρα που μπορεί να τραυματίσει την κοιλιά ή να βγάλει εκτός παιχνιδιού κάποιο από τα χαμηλοπρόφιλα και άρα περισσότερο ευαίσθητα λάστιχα. Έστω και για ψυχολογικούς λόγους, θα διστάσεις περισσότερο απ’ ό,τι στα άλλα δύο να πατήσεις πιο βαθιά το γκάζι, επιλέγοντας τη σιγουριά ενός πιο χαλαρού ρυθμού.

Παράγοντας ελευθερίας
Στο δρόμο της επιστροφής, κοιτώντας πίσω στη γεμάτη με εικόνες αλλά και οδηγική απόλαυση ημέρα, δεν μπορείς παρά να σταθείς στο λόγο που οδήγησε στην ενδυνάμωση, εξέλιξη και τελικά επιβολή των SUV. Σαφώς και υπάρχουν διαφορές που συνδέονται με τις ιδιαίτερες πτυχές κάθε πρότασης, όπως η ποιοτική εστίαση του Kuga, ο πιο ασφάλτινος χαρακτήρας του Mokka ή η περισσότερο σφαιρική προσέγγιση του Qashqai, χωρίς όμως να χάνεται το κοινό στοιχείο προσδιορισμού τους. Και αυτό δεν είναι άλλο από την αίσθηση ελευθερίας που προσφέρουν, χωρίς να απαιτούν από εσένα την υποχρέωση σε συμβιβασμούς ή την αποποίηση δεδομένων διευκολύνσεων σε σχέση με την καθημερινή συμβίωση. Τι καλύτερο, άλλωστε, από το να απολαμβάνεις τη χρηστικότητα, την οδηγική ποιότητα και πιστότητα ενός επιβατικού και την ίδια στιγμή να έχεις τη δυνατότητα να ανάψεις φλας, να πατήσεις χώμα και να ενσωματωθείς με τη γαλήνη και την ομορφιά της φύσης, φθάνοντας εκεί που λίγοι μπορούν; Πόσο μάλλον στη χώρα μας, με τις αναρίθμητες επιλογές απόδρασης, ανάμεσα στις οποίες και αυτές σαν τη δική μας, σε πραγματικές ειδικές διαδρομές, που σε ταξιδεύουν στην καρδιά και την ατμόσφαιρα ενός ζωντανού θρύλου, όπως είναι το Ράλλυ Ακρόπολις._ Γ. Χ.

OPEL MOKKA 4x4 1.7 CDTI
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΥΒΙΣΜΟΣ: 1.686 κ.εκ.
ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ: 130 ίπποι/4.000 σ.α.λ.
ΜΕΓ. ΡΟΠΗ: 30,6 χλγμ./2.000-2.500 σ.α.λ.
ΚΙΒΩΤΙΟ: Χειροκίνητο 6 σχέσεων
ΚΙΝΗΣΗ: Και στους τέσσερις τροχούς

ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον, αντιστρεπτική
ΠΙΣΩ: Ημιάκαμπτος άξονας, αντιστρεπτική
ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.278x1.770x1.658 χλστ.
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.555 χλστ.
ΕΛΑΣΤΙΚΑ: 215/55/18

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 11,5 δλ.
80-110 χλμ./ώρα ΜΕ 3η/4η*: 5,6/6,4 δλ.
120-140 χλμ./ώρα ΜΕ 5η/6η*: 7,6/10,7 δλ.
120-0 χλμ./ώρα*: 59 μ.
Τελική Ταχύτητα: 184 χλμ./ώρα
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ*: 8,4 λίτρα/100 χλμ.
ΒΑΡΟΣ*: 1.398 κιλά
Τιμή: 26.550 ευρώ
*Τιμές 4Τ

FORD KUGA 1.6 EcoBoost AWD
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΥΒΙΣΜΟΣ: 1.597 κ.εκ.
ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ: 182 ίπποι/5.700 σ.α.λ.
ΜΕΓ. ΡΟΠΗ: 24,5 χλγμ./1.600-5.000 σ.α.λ.
ΚΙΒΩΤΙΟ: Αυτόματο 6 σχέσεων
ΚΙΝΗΣΗ: Και στους τέσσερις τροχούς

ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον, αντιστρεπτική
ΠΙΣΩ: Πολλαπλών συνδέσμων, αντιστρεπτική
ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.524x1.838x1.704 χλστ.
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.690 χλστ.
ΕΛΑΣΤΙΚΑ: 235/55/17

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 10,2 δλ.
80-110 χλμ./ώρα (kickdown)*: 5,3 δλ.
120-140 χλμ./ώρα (kickdown)*: 6,3 δλ.
120-0 χλμ./ώρα*: 58,9 μ.
Τελική Ταχύτητα: 200 χλμ./ώρα
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ*: 11,8 λίτρα/100 χλμ.
ΒΑΡΟΣ*: 1.684 κιλά
Τιμή: 31.480 ευρώ
*Τιμές 4Τ

NISSAN QASHQAI 1.6dCi 4x4
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΚΥΒΙΣΜΟΣ: 1.598 κ.εκ.
ΜΕΓ. ΙΣΧΥΣ: 130 ίπποι/4.000 σ.α.λ.
ΜΕΓ. ΡΟΠΗ: 32,6 χλγμ./1.750 σ.α.λ.
ΚΙΒΩΤΙΟ: Χειροκίνητο 6 σχέσεων
ΚΙΝΗΣΗ: Και στους τέσσερις τροχούς

ΑΝΑΡΤΗΣΗ
ΕΜΠΡΟΣ: Γόνατα ΜακΦέρσον, αντιστρεπτική
ΠΙΣΩ: Πολλαπλών συνδέσμων, αντιστρεπτική
ΜΗΚ.xΠΛ.xΥΨ.: 4.315x1.783x1.606 χλστ.
ΜΕΤΑΞΟΝΙΟ: 2.631 χλστ.
ΕΛΑΣΤΙΚΑ: 215/60/17

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ
0-100 ΧΛΜ./ΩΡΑ: 11,3 δλ.
80-110 χλμ./ώρα ΜΕ 3η/4η*: 5,6/6,1 δλ.
120-140 χλμ./ώρα ΜΕ 5η/6η*: 7,9/9,2 δλ.
120-0 χλμ./ώρα*: 58,3 μ.
Τελική Ταχύτητα: 190 χλμ./ώρα
ΜΕΣΗ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ*: 7,1 λίτρα/100 χλμ.
ΒΑΡΟΣ*: 1.577 κιλά
Τιμή: 23.180 ευρώ
*Τιμές 4Τ